Λύτρωση ἀπό τίς ἁμαρτίες σου ποτέ δέν θά βρεῖς, ὅσο δέν ἐφαρμόζεις τήν ἐντολή καί τήν προειδοποίηση τοῦ Κυρίου: «Μή κρίνετε ἵνα μή κριθῆτε• ἐν ᾧ γάρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, καί ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε μετρηθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. 7:1-2). Ποτέ νά μήν κρίνεις, γιατί ἕνας εἶναι μόνο ὁ Κριτής, πού θά κρίνει ζῶντες καί νεκρούς. Κοίτα μόνο τόν ἑαυτό σου καί τά ἔργα σου, γιά τά ὁποία θά κριθεῖς. Δέν βλέπεις πόσες ἁμαρτίες ἔχεις; Πῶς τολμᾶς λοιπόν νά κατακρίνεις τόν ἄλλον;
Μήν κρίνεις ἄν δέν θέλεις νά κατακριθεῖς. Μήν κρίνεις, γιατί εἶσαι κι ἐσύ ἔνοχος τῆς ἴδιας ἁμαρτίας. «Ἀναπολόγητος εἶ, ὦ ἄνθρωπε, πᾶς ὁ κρίνων• ἐν ᾧ γάρ κρίνεις τόν ἕτερον, σεαυτόν κατακρίνεις• τά γάρ αὐτά πράσσεις ὁ κρίνων» (Ρώμ. 2:1). Ἐρεύνησε καί καλλιέργησε τόν ἑαυτό σου, καί μήν ἀσχολεῖσαι μέ τά ξένα ἁμαρτήματα. Δέν θά δώσεις λόγο στόν Θεό γι’ αὐτά, ἀλλά γιά τά δικά σου. Σοῦ ζήτησε κανείς νά παρατηρεῖς καί νά καταγράφεις τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων; Ἀντίθετα, ἔχεις ὑποχρέωση νά παρακολουθεῖς τή δική σου πνευματική πορεία: Εὐαρεστεῖς τόν Κύριο; Ἐκτελεῖς τίς ἐντολές Του; Ἀκολουθεῖς τά ἴχνη Του; Μιμεῖσαι τή ζωή τῶν ἁγίων; Εἶναι κάθε πράξη, κάθε λόγος, κάθε σκέψη σου ἀρεστά στόν Θεό;
Ποιός, ἀλήθεια, εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπό τήν ἁμαρτία; Ποιός θά βρεθεῖ ἀνένοχος; Μήπως ἐσύ; Προφήτης τοῦ Θεοῦ ἦταν ὁ βασιλιάς Δαβίδ, κι ὅμως ἐβόησε: «Ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καί ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50:7). Ὁ ἕνας εἶναι ἔνοχος σέ τοῦτο, ὁ ἄλλος σ’ ἐκεῖνο. Ὁ ἕνας στό μεγάλο, ὁ ἄλλος στό μικρότερο. Ὅλοι ἁμαρτωλοί, ὅλοι ἔνοχοι, ὅλοι ἄνομοι, ὅλοι ἀναπολόγητοι. Ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ὅλοι ἐλπίζουμε στή φιλανθρωπία Του. Διότι «οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιον τοῦ Κυρίου πᾶς ζῶν» (Ψάλμ. 142:2).
Γι’ αὐτό μήν κατακρίνεις αὐτούς πού σφάλλουν. Μή σφετερίζεσαι τό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Μή γίνεσαι ἀντίπαλος τοῦ Κυρίου, ἁρπάζοντας τό ἀξίωμα πού κράτησε γιά τόν ἑαυτό Του. Καί μέ τά ἴδια σου τά μάτια ἄν δεῖς κάποιον νά ἁμαρτάνει, μήν τόν καταδικάσεις, μήν τόν κακολογήσεις, μήν τόν διασύρεις, μήν τόν ἐξουθενώσεις. Καταδίκασε τόν διάβολο πού τόν ἐξαπάτησε καί τόν ἔριξε στήν ἁμαρτία. Ἄν ὅμως καταδικάσεις τόν ἀδελφό σου, θά ἐπιβεβαιώσεις τόν μεγάλο καί ἄλογο ἐγωισμό σου. Καί πρόσεξε, γιατί θά πέσεις κι ἐσύ στό ἴδιο ἁμάρτημα. Κατά κανόνα, ὅποιος κρίνει τόν ἄλλον γιά κάτι, πέφτει κατόπιν στό ἴδιο. Κάλυψε λοιπόν σπλαχνικά μέ τή σιωπή τό σφάλμα τοῦ ἀδελφοῦ σου. Κι ἄν μπορεῖς διόρθωσέ τον μέ ἀγάπη καί ταπείνωση. Ἄν δέν μπορεῖς, μεῖνε στή σιωπή σου καί καταδίκασε τόν ἑαυτό σου γιά τά δικά σου ἁμαρτήματα. Σοῦ ἀρκοῦν αὐτά.
«Τί βλέπεις τό κάρφος τό ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τήν δέ ἐν τῷ σῷ ὀφθαλμόν δοκόν οὐ κατανοεῖς;» (Ματθ. 7:3). Τά μάτια σου πέφτουν πάντα στά ξένα ἁμαρτήματα καί ὄχι στά δικά σου. Εἶσαι τυφλός ὅπως ὁ Φαρισαῖος, πού ἔλεγε: «Ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμί ὥσπερ οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἤ καί ὡς οὗτος ὁ τελώνης» (Λουκ. 18:11). Νά ὅμως πού δικαιώθηκε ὁ κατηγορούμενος καί καταδικάσθηκε ὁ κατήγορος.
Σού θυμίζω ἕνα περιστατικό ἀπό τό Γεροντικό, καί κράτησε τό στή μνήμη σου: Πῆγε κάποτε ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Θηβαῖος σέ κάποιο μοναστήρι. Ἐκεῖ εἶδε ἕναν ἀδελφό νά σφάλλει καί τόν κατέκρινε. Μόλις ὅμως ἔφυγε καί βγῆκε στήν ἔρημο, παρουσιάσθηκε ἕνας ἄγγελος Κυρίου, στάθηκε μπροστά στήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του καί δέν τόν ἄφηνε νά μπεῖ. Ἐκεῖνος τότε τόν παρακαλοῦσε νά τοῦ ἐξηγήσει τήν αἰτία. Καί ὁ ἄγγελος τοῦ ἀποκρίθηκε: «Ὁ Θεός μέ ἔστειλε νά σέ ρωτήσω: Ποῦ προστάζεις νά βάλω τόν ἀδελφό ποῦ ἔκρινες;»
Ἀμέσως ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ κατάλαβε τό νόημα τῶν λόγων τοῦ ἀγγέλου καί τοῦ ἔβαλε μετάνοια λέγοντας: «Ἁμάρτησα, συγχώρησέ με». Ὁ ἄγγελος τότε τοῦ εἶπε: «Σήκω, σέ συγχώρησε ὁ Θεός. Καί φυλάξου ἀπό δῶ καί πέρα, νά μήν κρίνεις κανένα πρίν τόν κρίνει ὁ Θεός».
Ἀπό τό βιβλίο: Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ. Ἱερά Μονή Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς 2013, σελ. 43.