Τό Πάσχα ἀποτελεῖ τήν μεγαλύτερη Ἑορτή καί Πανήγυρη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφοῦ γιορτάζουμε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι τό πλέον λυτρωτικό γεγονός γιά τόν ἄνθρωπο. Προηγεῖται ὅμως ἡ ὑπέρτατη Σταυρική Θυσία τοῦ Θεανθρώπου καί ὅλα ἐκεῖνα τά κοσμοσωτήρια Πάθη, διά τῶν ὁποίων τό ἀνθρώπινο γένος ἀνακλήθηκε ἀπό τή φθορά καί μεταβέβηκε στήν αἰώνια ζωή, ὅπως διακηρύσσει ἡ ὑψηλή ὑμνολογία τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας.
Στήν Σύμη καί τούς μεγαλοπρεπεῖς Ἐνοριακούς Ναούς της ὁ κάθε πιστός βιώνει ὅλη τούτη τήν πνευματική ἀτμόσφαιρα σ’ ὅλο τῆς τό μεγαλεῖο, ὑποβοηθούμενος ἀπό τίς κατανυκτικές ἱερές Ἀκολουθίες πού τελοῦνται καθημερινά πρωί καί βράδυ, ἀπό τούς εὐλαβεῖς Ἱερεῖς μας.
Ἀπό τήν Θ. Λειτουργία τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων μοιράζονται στούς πιστούς τά βάγια πού ἐδῶ ὀνομάζονται «ματσίδια» καί χρησιμοποιοῦνται ὡς φυλακτά ἤ ως θυμίαμα στό λιβανιστήρι τῶν σπιτιῶν, γιά νά ἀποτρέπουν τή βασκανία καί κάθε ἄλλη σατανική ἐνέργεια. Καθημερινά, ὅταν πιά ὁ ἥλιος βουλιάξει στήν θάλασσα, τά πανύψηλα γραφικά Καμπαναριά προσκαλοῦν τούς πιστούς στίς Ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου. Τήν Μεγάλη Τετάρτη τό ἀπόγευμα, τελεῖται τό Ἱερό Εὐχέλαιο, στό ὁποῖο προσέρχονται ὅλοι οἱ Χριστιανοί, γιά νά χρισθοῦν μέ τό ἁγιασμένο ἔλαιο τοῦ Μυστηρίου, εἰς ἴαση ψυχῆς καί σώματος.
Ἰδιαίτερη εἶναι ἡ Θ. Λειτουργία τῆς Μέγ. Πέμπτης, ἡμέρας κατά τήν ὁποία παρεδόθη τό Μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας στούς Μαθητές. Στό νησί παραδοσιακά αὐτή τήν μέρα μαγειρεύονται λαδερά «γιαπράκια», γιά νά τονισθεῖ ἀκριβῶς ἡ ἀξία τοῦ Μυστηρίου. Τό βράδυ τό σκηνικό ἀλλάζει. Ἡ κατανυκτική Ἀκολουθία τῶν Ἁγίων Παθῶν καί ἡ ἔξοδος τοῦ Ἐσταυρωμένου, συγκεντρώνουν στούς μαυροντυμένους Ναούς ἑκατοντάδες πιστῶν, ντόπιων καί ξένων, πού ἐπιθυμοῦν νά συμμετάσχουν στά δραματικά γεγονότα τοῦ Θείου Πάθους, ὅπως αὐτά ἐκφράζονται στήν ὑμνογραφία τῆς ἡμέρας. Ὅλη τήν ὑπόλοιπη νύχτα γυναῖκες τοῦ νησιοῦ ψάλλουν τά λεγόμενα «μοιρολόγια» τοῦ Χριστοῦ, μέ τόν παραδοσιακό τρόπο πού τά διδάχτηκαν ἀπό τίς προηγούμενες γενιές. Ἀκολουθεῖ τό στόλισμα τοῦ Ἐπιταφίου μέ φρέσκα λουλούδια καί λεμονανθούς ἀπό τά περιβόλια.
Τό ἑπόμενο πρωί πένθιμες κωδωνοκρουσίες δίνουν τό σύνθημα γιά τήν ἔναρξη τῶν κατανυκτικῶν Μεγάλων Ὡρῶν τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, μετά τίς ὁποῖες τελεῖται ὁ Ἑσπερινός καί ἡ Ἀποκαθήλωση. Τό βράδυ ψάλλεται ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ἐπιταφίου Θρήνου μέ τά Ἐγκώμια, τό «τραγούδι τοῦ Νεκρωμένου Θεανθρώπου». Μοναδική εἶναι καί ἡ ἔξοδος ἀλλά καί ἡ περιφορά τῶν Ἐπιταφίων στούς δρόμους τοῦ νεοκλασσικοῦ οἰκισμοῦ. Μέ τήν συνοδεία ἑκατοντάδων Ἐνοριτῶν, ἀκολουθώντας τήν παλιά συνήθεια, οἱ Ἐπιτάφιοι ἐπισκέπτονται τίς κοντινές Ἐνορίες καί εἰσέρχονται στούς Ναούς.
Τό Μεγάλο Σάββατο τό πρωί, ἡ ἀτμόσφαιρα ἔχει ἀλλάξει. Οἱ κωδωνοκρουσίες εἶναι πιά χαρούμενες καλώντας τούς πιστούς στόν Ἑσπερινό του Πάσχα, ἤ ὅπως εἶναι εὐρύτερα γνωστός, στήν πρώτη Ἀνάσταση. Ἡ Ἀκολουθία διανθισμένη ἀπό τίς προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού ἀναφέρονται στό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως, χαρακτηρίζεται ἀπό τό παραδοσιακό χτύπημα τῶν καθισμάτων καί στασιδιῶν, γιά νά δηλωθεῖ ἔτσι ἡ ἀποδυνάμωση καί ἡ διάλυση τοῦ Ἅδη καί τοῦ θανάτου.
Τά μεσάνυχτα, τά πάντα μαρτυροῦν τό χαρμόσυνο γεγονός τῆς Ἀνάστασης, τό ὁποῖο δυό χιλιάδες χρόνια τώρα βιώνει ἡ Ἐκκλησία, ὡς μία ἀδιάψευστη πραγματικότητα. Στά προαύλια, τῶν Ἐκκλησιῶν ἔχουν στηθεῖ ἀπό τό πρωί τά βάθρα, γιά νά πραγματοποιηθεῖ σέ λίγο ἡ τελετή τῆς Ἀναστάσεως καί κατόπιν ἡ τέλεση τῆς Ἀναστάσιμης Θ. Λειτουργίας.
Τό πλούσιο Πασχαλινό τραπέζι, περιμένει ἕτοιμο μέ τήν παραδοσιακή μαγειρίτσα, τίς συμιακές «τοῦρτες» (τυρόπιτες), καί τά πατροπαράδοτα ζαχαρένια καί ἀμμωνιακένια κουλουράκια, τίς «αὐγοκλούρες» κ.ἄ.