ΕΙΣ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΤΗ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Ἁγίου Πρόκλου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
Scan 20130919 105110Εἶναι φοβερά τά μυστήρια πού γιορτάζουμε στή σημερινή συγκέντρωση. Εἶναι φρικτά τά τρόπαια τοῦ ὑποχθονίου πολέμου. Εἶναι ἀνέκφραστη ἡ ὁλοσχερής καθαίρεση τοῦ παλιοῦ τυράννου, (τοῦ διαβόλου). Εἶναι καλύτερη ἀπό κάθε ἄλλη ἀνάμνηση, αὐτή τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ πού ἐσαρκώθη καί τήν πραγματοποίησε γιά ἐμᾶς. Διότι συνεπλάκη μέν μέ τόν θάνατο ὡς νεκρός, ὅμως ἔλαβε λάφυρα ἀπό τόν Ἅδη ὡς Θεός ἰσχυρός καί δυνατός.

Μέ τόν τρόπο αὐτό ἐπαληθεύτηκε ὁ ψαλμωδός πού λέγει: «Ὁ Κύριος εἶναι κραταιός καί ἰσχυρός, ὁ Κύριος εἶναι δυνατός στόν πόλεμο». (Ψαλμ. κγ' 8). Μέ ποιά λοιπόν λόγια ἐπάξια μπορεῖ νά ὑπηρετήσει κανείς τό θαῦμα αὐτό; Καί ποιά γλώσσα θά μιλήσει γιά νά διηγηθεῖ τήν φοβερή παράταξη;
Σήμερα ἐκπληρώθηκαν οἱ προφητικές φωνές πού μέχρι τώρα ἦταν σφραγισμένες. Σήμερα ὁ Ἅδης ἐν ἀγνοίᾳ του κατάπιε δηλητήριο. Σήμερα ὁ θάνατος δέχτηκε τόν ἀθάνατο νεκρό. Σήμερα λύθηκαν τά δεσμά πού ἔφτιαξε τό φίδι μέσα στόν παράδεισο. Σήμερα ἐλευθερώθηκαν ὅσοι ἐξ ἀρχῆς ἦταν δοῦλοι. Σήμερα ὁ ληστής διέρρηξε τόν παράδεισο πού γιά πεντέμισι χιλιάδες χρόνια φρουροῦσε ἡ φλογίνη ρομφαία. Σήμερα τό φῶς φώτισε τό σκοτάδι καί ἄδειασε ὅλον τόν θησαυρό τοῦ θανάτου. Σήμερα στήν φυλακή πραγματοποιήθηκε μία πρωτοφανής εἴσοδος. Ἀφοῦ σήμερα «συνέτριψε τίς χάλκινες πύλες καί κομμάτιασε τούς σιδερένιους μοχλούς» (Ψαλμ. ρστ' 16) ὁ Θεός Λόγος πού τά πυρπόλησε ὅλα, ἐνῶ τόν κατάπιε ὁ θάνατος ὡς ἁπλό νεκρό. Σήμερα ὁ Χριστός, ὁ μόνος ἀκρογωνιαῖος λίθος ταρακούνησε τό προγονικό θεμέλιο τοῦ θανάτου, ἀπέσπασε τόν Ἀδάμ, ἔσωσε τόν Ἄβελ καί κατέστρεψε ὅλο τό οἰκοδόμημα τοῦ Ἅδη. Σήμερα κι αὐτοί πού θρηνοῦσαν πρωτύτερα καί τούς κατάπιε ὑπερισχύοντας ὁ θάνατος, φωνάζουν μέ μεγάλη φωνή: «Θάνατε, ποῦ εἶναι ἡ νίκη σου; Ποῦ εἶναι, Ἅδη, τό κεντρί σου;» (Α' Κορ. ιε' 55).
Ἰουδαῖε, τί λέγεις γιά ὅλα αὐτά; Διακωμωδεῖς τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ; Χλευάζεις τό Πάθος Του; Περιγελᾶς τόν θάνατό Του; Διασύρεις τόν Τάφο Του; Κοίταξε ὅμως τήν νίκη καί τρέμε τό πάθος Ἐκείνου πού θεληματικά ἔπαθε, ἐνῶ εἶναι ἀπαθής Θεός Λόγος. Ὅλους τούς δικαίους (ὁ θάνατος) τούς κατάπιε ἐξουσιαστικά καί κανείς τους δέν τόν ἀπέφυγε. Θαυμάζεις τόν Ἄβελ; Ὅμως αὐτόν τόν ρούφηξε ὁ θάνατος. Μοῦ λές γιά τόν Νῶε; Ἀλλά κι αὐτός στή φθορά κατρακύλησε. Λέγεις γιά τόν Ἐνώχ; Κι αὐτός ἔφυγε καί τόν νόμο τοῦ θανάτου δέν τόν κατήργησε. Καυχιέσαι γιά τόν Ἀβραάμ; Ἀλλά κι αὐτόν τόν διέλυσε ὁ θάνατος. Θυμᾶσαι τόν Ἰσαάκ; Ἀλλά κι αὐτός πεθαίνοντας δέν ἀναστήθηκε. Ἀναφέρεις τόν Ἰακώβ; Ἀλλά σκόνη ἔγινε ὁ Πατριάρχης. Καυχιέσαι μέσα σου γιά τόν Ἰωσήφ; Ὅμως ἡ θύμησή του βρίσκεται στά γυμνά καί ξερά ὀστᾶ του. Ἐκθειάζεις τόν Μωϋσῆ; Ὅμως δέν βρίσκεις οὔτε τόν τάφο του. Μοῦ λέγεις γιά ὅλους τούς Προφῆτες; Ἀλλά σκέψου τούς τάφους τους καί μήν μεγαλορρημονεῖς. Τόσους πολλούς πῆρε ὁ θάνατος καί ὅλους τούς ρούφηξε. Ἕναν ὅμως κατάπιε (τόν Χριστό) καί ἄθελά του ὅλους τούς ξέρασε.prodosia
Καί βλέπε σήμερα τήν πονηρία τοῦ διαβόλου- ἐναντίον Ἐκείνου πού δέν ἦταν ὑπεύθυνος γιά τόν θάνατό Του. Ὅπλισε τούς ὑπηρέτες γιά νά Τόν συλλάβουν. Ἐξαγόρασε τόν Ἰούδα γιά νά Τόν προδώσει. Ἔριξε τόν Πέτρο γιά νά Τόν ἀρνηθεῖ. Ἐξόργισε τόν δοῦλο τοῦ Ἀρχιερέα γιά νά Τόν ραπίσει, φρένιασε τούς στρατιῶτες γιά νά Τόν χλευάζουν. Ξεσήκωσε τόν Πιλάτο νά Τόν ρωτᾶ. Ὑποκίνησε τόν ὄχλο γιά νά ἐξεγερθεῖ ἐναντίον Του, θέλοντας νά μάθει ποιός ἦταν ὁ Δεσπότης. Ἀλλά, σ' ὅλα αὐτά στεκόταν ἀκλόνητος ὁ μακρόθυμος Κύριος, ἔχοντας τήν εὐτολμία νά διαλύσει τήν κατάρα.
Γι' αὐτό, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει ὅταν κάποιος βασιλιάς πεθάνει, στίς πόλεις σταματᾶ κάθε τί τό χαρούμενο, ἔτσι καί σήμερα ὅλη ἡ κτίση ἀρνήθηκε τή λαμπρότητά της. Ὁ οὐρανός ντύθηκε μέ πηχτό σκοτάδι. Ὁ ἥλιος, ὅπως ὁ δοῦλος πού ἀγαπᾶ τόν Κύριό του, κρύφτηκε μαζεύοντας τίς ἀκτίνες του. Τά ἀστέρια μετακινήθηκαν ἀπό τή φυσική τους θέση. Τό παραπέτασμα τοῦ ναοῦ σχιζόταν ἀπό τό πένθος. Ἡ γῆ θρηνώντας δέν χτυποῦσε τά χέρια της, ἄλλα ἔσχιζε τίς πέτρες. Ὅλοι οἱ Προφῆτες πλησιάζοντας τόν Δεσπότη, Τόν ρωτοῦσαν: «Τί εἶναι αὐτές οἱ πληγές ἀνάμεσα στα χέρια σου;» (Ζαχαρ. ιγ' 6). Πῶς τόλμησε τό πάθος νά σέ ἀγγίξει; Πῶς ἀκούμπησε τή θεότητα; Δέν εἶναι δυνατόν, διότι αὐτή εἶναι ἀναλλοίωτη. Αὐτό, λοιπόν, πού πάσχει, κατά τή σάρκα τό ἔπαθε. Καί πώς δέν Σέ ντράπηκαν οἱ σταυρωτές Σου καί πῶς δέν θυμήθηκαν τίς εὐεργεσίες Σου; Τί, λοιπόν, ἀπάντησε σ’ αὐτούς ὁ Δεσπότης; Αὐτές εἶναι οἱ πληγές πού ἐθελούσια δέχτηκα στόν οἶκο τοῦ ἀγαπητοῦ μου» (Ζαχ. ιγ' 6). Ἀπό τήν Αἴγυπτο ἔφερα ἀμπέλι. Τό πότισα στό πέρασμα τῆς θάλασσας. Τοποθέτησα γύρω του σκιάχτρα. Τό κλάδεψα μέ τήν περιτομή. Τό περιχαράκωσα μέ τούς Προφῆτες. Τό περιέφραξα μέ τόν Νόμο (τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης). «Καί περίμενα νά μοῦ κάνει σταφύλια, ἀλλά αὐτό μου ἔκανε ἀγκάθια. Κι ἀντί γιά ἀρετές, κραυγή» (Ἡσ. ε' 4,7). Καί «ἔγινα σάν τόν ἀβοήθητο ἄνθρωπο πού εἶναι ἐγκαταλελειμμένος μεταξύ τῶν νεκρῶν» (Ψαλμ. πζ' 5).
mastigosisὬ τί πάθος πού καθαρίζει τόν κόσμο! Ὤ τί θάνατος πού εἶναι ἀφορμή ἀθανασίας πού ἀνατέλλει τή ζωή! Ὤ τί κάθοδος στόν Ἅδη, πού γίνεται ἡ γέφυρα γιά ὅσους πέθαναν ἐξ ἀρχῆς, νά ἀναστηθοῦν! Ὤ τί μεσημέρι, πού ἀνακαλεῖ τήν καταδίκη πού ἔγινε ἐκεῖνο τό δειλινό στόν παράδεισο! Ὤ τί Σταυρός, πού θεραπεύει τήν παράβαση τοῦ δέντρου. Ὤ τί καρφιά πού στερέωσαν τόν κόσμο στήν θεογνωσία, καί περόνιασαν τόν θάνατο! Ὤ τί ἀγκάθια πού εἶναι τά σταφύλια τῆς Ἰουδαϊκῆς ἀμπέλου! Ὤ τί χολή, πού παρέχει τό μέλι τῆς πίστεως καί κατηγορεῖ τήν πονηρία τῶν Ἰουδαίων! Ὤ τί σπόγγος πού σπόγγισε καί καθάρισε τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου! Ὤ τί καλάμι πού πολιτογράφησε τούς πιστούς στούς οὐρανούς καί κατέστρεψε τήν τυραννία τοῦ ἀρχεκάκου φιδιοῦ! Ὤ τί μυστήριο, ἀπίστευτο στούς ἀπίστους, πού ὅμως προσκυνεῖται ἀκατάπαυστα ἀπό ὅλους τους πιστούς! Ὤ τί μυστήριο ἀντιλεγόμενο γιά τούς ἀπίστους καί δοξαζόμενο γιά τούς πιστούς! Ὤ τί μυστήριο, σκάνδαλο γιά τούς Ἰουδαίους καί γιά τά ἔθνη ἀνοησία, ἀλλά γιά μᾶς (εἶναι) «ὁ Χριστός δύναμη καί Θεοῦ σοφία», ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «ὅτι αὐτό πού μοιάζει μέ μωρία τοῦ Θεοῦ εἶναι σοφότερο ἀπό τήν σοφία τῶν ἀνθρώπων» (Α' Κορ. α' 23-25), γιατί κατήργησε τόν θάνατο καί λαφυραγώγησε τόν Ἅδη καί ἔδωσε ζωή σ' αὐτούς πού πέθαναν ἐξ ἀρχῆς μέ τήν χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στόν Ὁποῖον ἀνήκει ἡ δοξολογία καί ἡ δύναμη στούς ἀτελευτήτους αἰῶνες. Ἀμήν.ANASTASH