Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background

040415ἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Θεόδουλος καί Ἀγαθόπους κατάγονταν ἀπό τή Θεσσαλονίκη καί μαρτύρησαν στίς ἀρχές τοῦ διοκλητιάνειου διωγμοῦ ἐπί Καίσαρος Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.) καί ἄρχοντος Φαυστίνου.
Ὁ Θεόδουλος ἦταν ἀναγνώστης καί προερχόταν ἀπό ἐπιφανή οἰκογένεια. Οἱ ἀδελφοί του Καπίτων, Μητρόδωρος καί Φιλόστοργος, ἦταν εὐσεβέστατοι νέοι καί στίς δύσκολες ὧρες πού πέρασε ὁ Ἅγιος Θεόδουλος μετά τήν σύλληψή του, στάθηκαν δίπλα του ἐνισχύοντάς τον. Στό Συναξάριό του ἀναφέρεται ὅτι λίγο πρίν ἐξαπολυθεῖ ὁ διωγμός ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, κατά τήν διάρκεια τοῦ ὕπνου του ὁ Ἅγιος Θεόδουλος δέχθηκε ὡς δῶρο ἕνα δαχτυλίδι, σύμβολο δόξας τοῦ δωρεοδότου Θεοῦ. Μετά ἀπό αὐτό τό γεγονός ὁ Ἅγιος Θεόδουλος ἀπέκτησε τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας καί ἐπιτελοῦσε ἰάσεις.
Ὁ Ἅγιος Ἀγαθόπους ἦταν γέροντας στήν ἡλικία καί διάκονος. Ὁδηγήθηκε μαζί μέ τόν Ἅγιο Θεόδουλο στόν ἡγεμόνα τῆς Θεσσαλονίκης, γιά νά ἀρνηθοῦν τήν πίστη τους καί νά θυσιάσουν στά εἴδωλα. Οἱ Ἅγιοι ὅμως ὁμολόγησαν ἐνώπιον τοῦ Φαυστίνου τήν πίστη τους στόν Θεό. Ὁ Φαυστίνος, βλέποντας τήν πνευματική ἀνδρεία τῶν Ἁγίων, ἀποφάσισε νά ἐπιχειρήσει νά τούς μεταπείσει χωριστά τόν ἕνα ἀπό τόν ἄλλο. Γι’ αὐτό τούς ἀπομάκρυνε ὅλους καί κράτησε κοντά του μόνο τόν Θεόδουλο, μέ τήν ἐλπίδα ὅτι ἴσως μπορέσει νά κάμψει τό φρόνημά του εὐκολότερα ἐξαιτίας τοῦ νεαροῦ τῆς ἡλικίας του. Μάταια, ὅμως.
Ὁ ἡγεμόνας ἀκολούθησε τήν ἴδια τακτική καί μέ τόν Ἅγιο Ἀγαθόποδα. Καί ἐκεῖνος ὅμως, μέ τήν σειρά του, ἔδωσε τήν σθεναρή ὁμολογία τῆς πίστεώς του.
Ἀρκετοί ἀπό τό παριστάμενο πλῆθος, ἐμφορούμενοι ἀπό δειλία, προσπάθησαν νά τούς μεταπείσουν, προβάλλοντας ὡς ἐπιχείρημα στόν μέν Ἅγιο Θεόδουλο τή νεότητά του, τήν ὁποία ἔπρεπε νά λυπηθεῖ, στόν δέ Ἅγιο Ἀγαθόποδα τό προχωρημένο τῆς ἡλικίας του. Οἱ Μάρτυρες ὡστόσο ἔμειναν ἀνυποχώρητοι γι’ αὐτό καί ὁδηγήθηκαν στή φυλακή, ὅπου πέρασαν τή νύχτα προσευχόμενοι. Κατά τό μεσονύκτιο ἐνδυναμώθηκαν μέ θεῖες ὀπτασίες καί συνέχισαν νά δοξολογοῦν τό Ὄνομα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, πού τούς σκέπαζε μέ τήν Χάρη Του.
Κάποιος Οὐρβανός, πού παρακολουθοῦσε ὅλα ὅσα εἶχαν συμβεῖ στή φυλακή, ἔσπευσε νά καταγγείλει τά γενόμενα στόν Φαυστίνο. Ἐπιπλέον δέ τοῦ συνέστησε νά θανατώσει ὅσο τό δυνατόν γρηγορότερα τόν Θεόδουλο καί τόν Ἀγαθόποδα, γιατί ὅσο περισσότερο παρέμεναν στή φυλακή τόσο περισσότεροι θά πίστευαν στόν Χριστό.
Ὁ Φαυστίνος, ταραγμένος ἀπό ὅσα ἄκουσε, διέταξε νά τοῦ παρουσιάσουν ἀμέσως τούς δύο Μάρτυρες γιά νά τούς ἀνακρίνει. Γιά τελευταία φορά ὁ ἡγεμόνας προσπάθησε νά τούς μεταπείσει ἀλλά ἡ μόνη ἀπάντηση πού ἔλαβε ἦταν: «Εἴμαστε Χριστιανοί καί προτιμᾶμε ὑπέρ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ νά ὑποστοῦμε τά πάντα». Κατόπιν τούτου διέταξε νά τούς ρίξουν στή θάλασσα γιά νά πνιγοῦν.
Ἔτσι ἄθλησαν οἱ δύο Ἅγιοι καί ἔλαβαν τό στέφανο τῆς οὐράνιας δόξας καί μακαριότητας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

© Copyright 2023 Ιερά Μητρόπολις Σύμης - Τήλου - Χάλκης και Καστελλορίζου Back To Top